Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τὸ φιλότιμον

См. также в других словарях:

  • Φιλότιμον — Φιλότιμος loving honour masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλότιμον — φιλότῑμον , φιλότιμος loving honour masc/fem acc sg φιλότῑμον , φιλότιμος loving honour neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλότιμο — το / φιλότιμον, ΝΜΑ η φιλοτιμία (α. «δεν έχει καθόλου φιλότιμο» β. «τοῑς τρόποις ζητῶν πρίασθαι τὸ φιλότιμον ἐκ μέσου;», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού ουδ. τού επιθ. φιλότιμος] …   Dictionary of Greek

  • φιλόκαλος — η, ο / φιλόκαλος, ον, ΝΜΑ αυτός που αγαπά το ωραίο, που έχει φιλοκαλία, καλαίσθητος αρχ. 1. αυτός που τού αρέσει ο στολισμός, ο καλλωπισμός («καὶ φιλόκαλον περὶ ὅπλα καὶ φιλότιμον ἐπὶ πᾱσι τοῑς τοιαύτοις», Ξεν.) 2. αυτός που επιζητεί διάκριση,… …   Dictionary of Greek

  • ՊԱՏՈՒԱՍԻՐՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 2 0619 Chronological Sequence: Unknown date, 6c, 7c, 8c, 10c, 11c, 13c գ. φιλοτιμία, φιλοτίμημα, φιλοτιμόν honoris studium, ambitio, conatus. Պատուասէրն լինել. փառասիրութիւն. փոյթ փառաց. եւ պատույ անձին. *(ընդդէմ դնել) պատուասիրութեան… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»